Dr. Jacob Nordangard “Η Ανθρωπότητα σε Έκτακτη Ανάγκη”

Οι αξίες της οικογένειας Schwab

Είναι άραγε ο πραγματικός Klaus Schwab η φιγούρα του ευγενή ηλικιωμένου θείου που επιθυμεί να κάνει καλό στην ανθρωπότητα ή είναι στην πραγματικότητα ο γόνος ενός συνεργάτη των ναζί που χρησιμοποιούσε εργάτες-δούλους και βοήθησε τους ναζί στην προσπάθεια τους να αποκτήσουν την πρώτη ατομική βόμβα;

Έρευνα του Johnny Vedmore


Το πρωί της 11ης Σεπτεμβρίου 2001, ο Klaus Schwab έπαιρνε το πρωινό του στη Συναγωγή Park East στη Νέα Υόρκη με τον Ραββίνο Arthur Schneier, πρώην Αντιπρόεδρο του Παγκόσμιου Εβραϊκού Συμβουλίου και στενό συνεργάτη των οικογενειών Bronfman και Lauder . Μαζί οι δύο άνδρες παρακολούθησαν ένα από τα πιο σημαντικά γεγονότα των επόμενων είκοσι ετών, καθώς τα αεροπλάνα έπεφταν στους πύργους του Παγκόσμιου Κέντρου Εμπορίου. Τώρα, δύο δεκαετίες αργότερα, ο Klaus Schwab βρίσκεται και πάλι στην πρώτη σειρά μιας ακόμη καθοριστικής στιγμής για τις επόμενενες γενιές, στη σύγχρονη ανθρώπινη ιστορία.

Πάντα φαίνεται να βρίσκεται στην πρώτη σειρά όταν πλησιάζει η τραγωδία· η κοντινή θέση του Schwab στα γεγονότα που αλλάζουν τον κόσμο οφείλεται πιθανώς στο ότι είναι ένας από τους πιο καλά διασυνδεδεμένους ανθρώπους στη Γη. Είναι η κινητήρια δύναμη πίσω από το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ, τον «διεθνή οργανισμό συνεργασίας δημόσιου-ιδιωτικού τομέα»· και μέσω αυτού ο Schwab έχει συγχρωτιστεί με αρχηγούς κρατών, κορυφαία στελέχη επιχειρήσεων και την ακαδημαϊκή και επιστημονική ελίτ στο Νταβός για πάνω από 50 χρόνια. Τελευταία έχει επίσης φλερτάρει με την οργή πολλών λόγω του πιο πρόσφατου ρόλου του ως ο μπροστάρης του Great Reset, μιας σαρωτικής προσπάθειας αναδιαμόρφωσης του πολιτισμού παγκοσμίως , προς όφελος της ελίτ του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ και των συμμάχων της.

Ο Schwab, κατά τη διάρκεια της ετήσιας συνάντησης του Φόρουμ τον Ιανουάριο του 2021, τόνισε ότι η οικοδόμηση εμπιστοσύνης θα είναι αναπόσπαστο μέρος της επιτυχίας του Great Reset, σηματοδοτώντας μια περαιτέρω επέκταση της ήδη μαζικής εκστρατείας δημοσίων σχέσεων αυτής της πρωτοβουλίας. Αν και ο Schwab ζήτησε την οικοδόμηση εμπιστοσύνης μέσω μιας απροσδιόριστης «προόδου», η εμπιστοσύνη προωθείται συνήθως μέσω της διαφάνειας. Ίσως αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο πολλοί αρνήθηκαν να εμπιστευτούν τον κ. Schwab και τα κίνητρά του, καθώς λίγα είναι γνωστά για την ιστορία και το υπόβαθρο αυτού του ανθρώπου προ της ιδρύσεως του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ στις αρχές της δεκαετίας του 1970.

Όπως συμβαίνει με πολλούς που προωθούν ατζέντες χρηματοδοτούμενες από την ελίτ, η διαδικτυακή παρουσία του Schwab έχει ωραιοποιηθεί, καθιστώντας δύσκολο να βρεθούν πληροφορίες για την πρώιμη ιστορία του, καθώς και πληροφορίες για την οικογένειά του. Ωστόσο, επειδή γεννήθηκε στο Ραβένσμπουργκ της Γερμανίας το 1938, πολλοί υποθέτουν τους τελευταίους μήνες ότι η οικογένεια Schwab μπορεί να είχε κάποια σχέση με τις πολεμικές προσπάθειες του Άξονα, δεσμούς που αν εκτεθούν, θα μπορούσαν να απειλήσουν τη φήμη του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ και να προσελκύσουν ανεπιθύμητο εξονυχιστικό έλεγχο στις δεδηλωμένες αποστολές και τα κίνητρά του.

Σε αυτή την έρευνα του Unlimited Hangout , το παρελθόν που ο Klaus Schwab έχει προσπαθήσει να κρύψει διερευνάται λεπτομερώς, και αποκαλύπτεται η συμμετοχή της οικογένειας Schwab, όχι μόνο στις ναζιστικές προσπάθειες κατασκευής ατομικής βόμβας, αλλά και στο παράνομο πυρηνικό πρόγραμμα του απαρτχάιντ της Νοτίου Αφρικής. Ιδιαίτερα αποκαλυπτική είναι η ιστορία του πατέρα του Klaus, του Eugen Schwab, ο οποίος διεύθυνε το υποστηριζόμενο από το ναζιστικό καθεστώς , γερμανικό παράρτημα μιας ελβετικής μηχανολογικής εταιρείας στον πόλεμο, και ήταν βασικός στρατιωτικός εργολάβος. Αυτή η εταιρεία, η Escher-Wyss, χρησιμοποιούσε εργάτες-σκλάβους για την παραγωγή σημαντικών μηχανημάτων για τη ναζιστική πολεμική μηχανή, καθώς και για την προσπάθεια των Ναζί να παράγουν βαρύ ύδωρ για το πυρηνικό τους πρόγραμμα. Χρόνια αργότερα στην ίδια εταιρεία, ο νεαρός Klaus Schwab υπηρετούσε στο διοικητικό της συμβούλιο, όταν ελήφθη η απόφαση να εφοδιαστεί το ρατσιστικό καθεστώς απαρτχάιντ της Νοτίου Αφρικής με τον απαραίτητο εξοπλισμό για να προωθήσει τις προσπάθειες του ώστε να γίνει πυρηνική δύναμη.

Το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ πλέον υποστηρίζει σημαντικά τον περιορισμό των πυρηνικών οπλισμών και την «καθαρή» πυρηνική ενέργεια , το παρελθόν όμως του Klaus Schwab τον καθιστά ελλειπή εκπρόσωπο της δεδηλωμένης ατζέντα του για το παρόν και το μέλλον. Ωστόσο, ψάχνοντας ακόμη βαθύτερα τις δραστηριότητές του Schwab, γίνεται σαφές ότι ο πραγματικός ρόλος του ήταν εδώ και καιρό, το να «διαμορφώνει παγκόσμιες, περιφερειακές και βιομηχανικές ατζέντες» για το παρόν, προκειμένου να διασφαλίσει τη συνέχεια μεγαλύτερων, πολύ παλαιότερων σχεδίων που τέθηκαν σε ανυποληψία μετά τον Β'ΠΠ, όπως η πυρηνική τεχνολογία, αλλά και οι επηρρεαζόμενες από την ευγονική πολιτικές ελέγχου του πληθυσμού.

Μια σουαμπική ιστορία

Στις 10 Ιουλίου 1870, ο παππούς του Klaus Schwab, ο Jakob Wilhelm Gottfried Schwab, ο οποίος εφ' εξής θα αποκαλείται απλώς Gottfried, γεννήθηκε στην Γερμανία όταν αυτή βρισκόταν σε πόλεμο με τους Γάλλους γείτονές της. Η Karlsruhe , η πόλη όπου γεννήθηκε ο Gottfried Schwab βρισκόταν στο Μεγάλο Δουκάτο του Μπάντεν, και κατά το έτος 1870 κυβερνούνταν από τον 43χρονο Μεγάλο Δούκα του Μπάντεν, Φρέντερικ Ι. Το επόμενο έτος, ο προαναφερθείς Δούκας θα ήταν παρών στην ανακήρυξη της Γερμανικής Αυτοκρατορίας που πραγματοποιήθηκε στην Αίθουσα των Καθρεφτών στο Παλάτι των Βερσαλλιών. Ήταν ο μόνος γαμπρός του εν ενεργεία Αυτοκράτορα Wilhelm I και, όπως ο Frederick I, ήταν ένας από τους βασιλικούς μονάρχες της Γερμανίας. Τη στιγμή που ο Gottfried Schwab γίνονταν 18 ετών, στον θρόνο της Γερμανίας βρισκόταν ο Wilhelm II, μετά το θάνατο του πατέρα του, Frederick III.

Το 1893, ο 23χρονος Gottfried Schwab αναχώρησε επίσημα από τη Γερμανία αποποιούμενος την γερμανική του υπηκοότητα και έφυγε από την Karlsruhe για να μεταναστεύσει στην Ελβετία. Εκείνη την εποχή, έιχε καταγραφεί ως ένας απλός αρτοποιός . Εκεί, ο Gottfried συνάντησε τη Marie Lappert, η οποία ήταν από το Kirchberg κοντά στη Βέρνη της Ελβετίας και πέντε χρόνια νεώτερη του. Παντρεύτηκαν στο Roggwil της Βέρνης, στις 27 Μαΐου 1898 και τον επόμενο χρόνο, στις 27 Απριλίου 1899, γεννήθηκε το παιδί τους, ο Eugen Schwab. Τη στιγμή της γέννησής του, ο Gottfried Schwab είχε ανέλθει κοσμικά, έχοντας γίνει μηχανολόγος μηχανικός. Όταν ο Eugen ήταν περίπου ενός έτους, ο Gottfried και η Marie Schwab αποφάσισαν να επιστρέψουν στην Karlsruhe και ο Gottfried υπέβαλε ξανά αίτηση για γερμανική υπηκοότητα.

Ο Eugen Schwab θα ακολουθούσε τα βήματα του πατέρα του και θα γινόταν επίσης μηχανολόγος μηχανικός και μελλοντικά, θα συμβούλευε τα παιδιά του να κάνουν το ίδιο. Ο Eugen Schwab άρχισε τελικά να εργάζεται σε ένα εργοστάσιο σε μια πόλη στην Άνω Swabia της Νότιας Γερμανίας, πρωτεύουσα της περιφέρειας Ravensburg, του κρατιδίου Baden-Württemberg.

Το εργοστάσιο όπου θα δημιουργούσε την καριέρα του ήταν το γερμανικό υποκατάστημα μιας ελβετικής εταιρείας ονόματι Escher Wyss. Η Ελβετία είχε πολλούς μακροχρόνιους οικονομικούς δεσμούς με την περιοχή Ravensburg, όπου οι Ελβετοί έμποροι στις αρχές του 19ου αιώνα εμπορεύονταν κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα. Την ίδια περίοδο, το Ravensburg παρέδιδε σπόρους στο Rorschach μέχρι το 1870μαζί με παραγωγικά ζώα και διάφορα τυριά, μέσα στα βάθη των ελβετικών Άλπεων. Από το 1809 έως και το 1837, 375 Ελβετοί ζούσαν στο Ράβενσμπουργκ αν και ο ελβετικός πληθυσμός είχε μειωθεί σε 133 ανθρώποθυς έως το 1910.

Τη δεκαετία του 1830, εξειδικευμένοι Ελβετοί εργάτες δημιούργησαν ένα εργοστάσιο βάμβακα με επεξεργασία λεύκανσης και φινιρίσματος , το οποίο άνηκε και συντηρούνταν από τους αδελφούς Erpf. Η αγορά ίππων του Ράβενσμπουργκ, που δημιουργήθηκε γύρω στο 1840, προσέλκυε επίσης πολλούς ανθρώπους από την Ελβετία, ειδικά μετά τη δημιουργία της σιδηροδρομικής γραμμής Ράβενσμπουργκ- Φρίντριχσχαφεν το 1847, μια πόλη που βρίσκεται κοντά στη λίμνη Constance στα σύνορα Ελβετίας- Γερμανίας.

Οι έμποροι σιτηρών της Rorsach πραγματοποιούσαν τακτικές επισκέψεις στο Ravensburger Kornhaus και τελικά αυτή η διασυνοριακή συνεργασία και το εμπόριο, οδήγησαν επίσης στο άνοιγμα ενός υποκαταστήματος του εργοστασίου μηχανημάτων Escher-Wyss & Cie στην πόλη. Αυτό το επίτευγμα έγινε εφικτό όταν η γραμμή που συνέδεε το ελβετικό με το γερμανικό σιδηροδρομικό δίκτυο, ολοκληρώθηκε μεταξύ του 1850 και 1853. Το εργοστάσιο ανεγέρθηκε από τον Walter Zuppinger από το 1856 έως το 1859 και ξεκίνησε την παραγωγή το 1860. Το 1861, υπήρξε το πρώτο επίσημο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας των κατασκευαστών Escher-Wyss στο Ράβενσμπουργκ, σχετικά με «χαρακτηριστικές εγκαταστάσεις σε μηχανικούς αργαλειούς για ύφανση κορδέλας». Εκείνη την περίοδο, το υποκατάστημα του Ραβενσμπουργκ της Escher Wyss διευθύνονταν από τον Walter Zuppinger , όπου και ανέπτυξε την εφαπτόμενη τουρμπίνα και απέκτησε μια σειρά από επιπλέον διπλώματα ευρεσιτεχνίας. Το 1870, ο Zuppinger μαζί με άλλους ίδρυσαν επίσης ένα εργοστάσιο χαρτοποιίας στο Baienfurt κοντά στο Ravensburg. Αποσύρθηκε το 1875 και αφιερώθηκε στην περαιτέρω ανάπτυξη των τουρμπίνων.

Στις αρχές του νέου αιώνα, η Escher-Wyss παραμέρισε την ύφανση κορδέλων και άρχισε να επικεντρώνεται σε πολύ μεγαλύτερα έργα, όπως η κατασκευή μεγάλων βιομηχανικών ανεμογεννητριών και το 1907 ζήτησε «έγκριση και παραχώρηση» για την κατασκευή μιας υδροηλεκτρικής μονάδας κοντά στο Dogern am Rhein, όπως αναφέρθηκε σε ένα φυλλάδιο στη Βασιλεία το 1925.

Το 1920, η Escher-Wyss βρέθηκε σε σοβαρές οικονομικές δυσκολίες. Η συνθήκη των Βερσαλλιών περιόρισε τη στρατιωτική και οικονομική ανάπτυξη της Γερμανίας μετά τον Μεγάλο Πόλεμο και η μείωση των γειτονικών εθνικών κατασκευών έφερε την ελβετική εταιρεία σε δύσκολη θέση. Το μητρικό υποκατάστημα της Escher-Wyss το οποίο χρονολογούνταν από το 1805 βρισκόταν στη Ζυρίχη και και η εταιρεία, η οποία εξακολουθούσε να επωφελείται από την καλή της φήμη και την ιστορία διάρκειας άνω του ενός αιώνα, κρίθηκε πολύ σημαντική για να χαθεί. Τον Δεκέμβριο του 1920, πραγματοποιήθηκε αναδιοργάνωση που κατέγραψε το μετοχικό κεφάλαιο από 11,5 σε 4,015 εκατομμύρια γαλλικά φράγκα και το οποίο αργότερα αυξήθηκε ξανά σε 5,515 εκατομμύρια ελβετικά φράγκα. Μέχρι το τέλος του οικονομικού έτους 1931, η Escher-Wyss έχανε ακόμα χρήματα.

Ωστόσο, η θαρραλέα εταιρεία συνέχισε να συνάπτει κατασκευαστικές συμβάσεις μεγάλης κλίμακας κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1920, όπως σημειώθηκε στην επίσημη αλληλογραφία του 1924 μεταξύ του Wilhelm III, Πρίγκιπα του Urach , της εταιρεία Escher-Wyss και του διαχειριστή των περιουσιακών στοιχείων του Οίκου Urach, του λογιστή Julius Heller. Αυτό το έγγραφο ασχολείται με τους «Γενικούς Όρους και Προϋποθέσεις του Συνδέσμου Γερμανών Κατασκευαστών Υδροστροβίλων για Παράδοση Μηχανών και Άλλου Εξοπλισμού για Υδροηλεκτρικές Εγκαταστάσεις». Αυτό επιβεβαιώνεται επίσης σε ένα φυλλάδιο σχετικά με τις «Προϋποθέσεις της Ένωσης Γερμανών Κατασκευαστών Υδροστροβίλων για την εγκατάσταση στροβίλων και ανταλλακτικών μηχανών εντός του Γερμανικού Ράιχ», που εκτυπώθηκε στις 20 Μαρτίου 1923 σε διαφημιστικό φυλλάδιο της Escher-Wyss για έναν καθολικό ρυθμιστή πίεσης λαδιού.

Αφότου η Μεγάλη Ύφεση στις αρχές της δεκαετίας του 1930 είχε καταστρέψει την παγκόσμια οικονομία, η Escher-Wyss ανακοίνωσε ότι «λόγω της καταστροφικής πορείας της οικονομικής κατάστασης σε σχέση με τις νομισματικές πτώσεις· η εταιρεία [Escher-Wyss] είναι προσωρινά ανίκανη να διεκπεραιώσει τις υποχρεώσεις της στις διάφορες χώρες των πελατών». Η εταιρεία αποκάλυψε επίσης στην ελβετική εφημερίδα Neue Zürcher Nachrichten ότι θα υπέβαλλε αίτηση για δικαστική αναβολή, και η εφημερίδα ανέφερε στο φύλλο της 1ης Δεκεμβρίου 1931 ότι, «η εταιρεία Escher-Wyss βερίσκεται σε καθεστώς επιτήρησης έως τα τέλη Μαρτίου του 1932 και, ως επιμελητής στην Ελβετία, διορίστηκε μια εταιρεία τραστ». Το άρθρο ανέφερε αισιόδοξα ότι «υπάρχει προοπτική συνέχισης των δραστηριοτήτων». Το 1931, η Escher-Wyss απασχολούσε περίπου 1.300 εργαζόμενους χωρίς σύμβαση και 550 μισθωτούς.

Στα μέσα της δεκαετίας του 1930, η Escher-Wyss αντιμετώπισε ξανά οικονομικό πρόβλημα. Αυτή τη φορά, επιστρατεύτηκε μια κοινοπραξία για να σώσει την προβληματική μηχανολογική εταιρεία. Στην κοινοπραξία συμμετείχε η Ομοσπονδιακή Τράπεζα της Ελβετίας (η οποία διευθυνόταν συμπτωματικά από τον Max Schwab, ο οποίος δεν έχει καμία σχέση με τον Klaus Schwab) και πραγματοποιήθηκε μια περαιτέρω αναδιάρθρωση. Το 1938, ανακοινώθηκε ότι ένας μηχανικός της εταιρείας, ο συνταγματάρχης Jacob Schmidheiny θα γινόταν ο νέος Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της Escher-Wyss. Σύντομα μετά από το ξέσπασμα του πολέμου το 1939, στον Schmidheiny αποδόθηκε το εξής: «το ξέσπασμα του πολέμου δεν σημαίνει απαραίτητα ανεργία για τη βιομηχανία των μηχανών σε μια ουδέτερη χώρα, αντιθέτως». Η Escher-Wyss, και το νέο της διοικητικό συμβούλιο, προφανώς ανυπομονούσαν να επωφεληθούν από τον πόλεμο, ανοίγοντας την οδό μετατροπή τους σε έναν σημαντικό ναζιστικό στρατιωτικό εργολάβο.

Μια σύντομη ιστορία των εβραϊκών δίωξεων στο Ravensburg

Όταν ο Αδόλφος Χίτλερ ανήλθε στην εξουσία, πολλά άλλαξαν στη Γερμανία και η ιστορία του εβραϊκού πληθυσμού του Ραβένσμπουργκ κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου είναι λυπηρή. Ωστόσο, δεν ήταν η πρώτη φορά που ο αντισημιτισμός είχε δείξει την άσχημη όψη του στην περιοχή.

Τον Μεσαίωνα, μια συναγωγή από το 1345, βρισκόταν στο κέντρο του Ράβενσμπουργκ, εξυπηρετώντας μια μικρή εβραϊκή κοινότητα που η ύπαρξη της εντοπίζεται από το 1330 έως το 1429. Στα τέλη του 1429 και κατά τη διάρκεια του 1430, οι Εβραίοι του Ραβένσμπουργκ είχαν στοχευθεί και μια τρομακτική σφαγή ακολούθησε. Στους κοντινούς οικισμούς Lindau, Überlingen, Buchhorn (αργότερα μετονομάστηκε Friedrichshafen), Meersburg και Konstanz, πραγματοποιήθηκαν μαζικές συλλήψεις των Εβραίων κατοίκων. Οι Εβραίοι της Lindau κάηκαν ζωντανοί κατά τη διάρκεια της συκοφαντίας του αίματος στο Ravensburg την περίοδο 1429-1430, όπου μέλη της εβραϊκής κοινότητας κατηγορήθηκαν ότι έκαναν τελετουργικές θυσίες βρεφών. Τον Αύγουστο του 1430 στο Überlingen, η εβραϊκή κοινότητα εξαναγκάστηκε σε προσηλυτισμό· 11 από αυτούς το έκαναν και οι 12 που αρνήθηκαν σκοτώθηκαν. Οι σφαγές που έλαβαν χώρα στο Λιντάου, το Άρμπλινγκεν και το Ραβένσμπουργκ έγιναν με την άμεση έγκριση του βασιλιά Σίγκμουντ και οι υπόλοιποι Εβραίοι σύντομα απομακρύνθηκαν από την περιοχή.

Αυτή η απαγόρευση στο Ράβενσμπουργκ υποστηρίχθηκε από τον αυτοκράτορα Φερδινάνδο Α' το 1559 και επικυρώθηκε, για παράδειγμα, σε μια οδηγία του 1804 που εκδόθηκε για την φρουρά της πόλης, η οποία έγραφε: «Αφού οι Εβραίοι δεν επιτρέπεται να ασκούν εμπορική και επιχειρηματική δραστηριότητα εδώ, κανείς δεν επιτρέπεται να εισέλθει στην πόλη για εργασία ή για στάση. Οι υπόλοιποι, ωστόσο, εάν δεν έχουν λάβει άδεια παραμονής μεγαλύτερης ή μικρότερης διάρκειας από το αστυνομικό γραφείο, πρέπει να απομακρυνθούν από την πόλη από την αστυνομία».

Τον 19ο αιώνα οι Εβραίοι μπόρεσαν ξανά να εγκατασταθούν νόμιμα στο Ράβενσμπουργκ και, ακόμη και τότε, ο αριθμός τους παρέμεινε πολύ μικρός για να χτιστεί ξανά μια συναγωγή. Το 1858 καταγράφηκαν μόνο 3 Εβραίοι στο Ραβένσμπουργκ και το 1895 ο αριθμός αυτός έφτασε στους 57. Από τα τέλη του αιώνα έως το 1933, ο αριθμός των Εβραίων που ζούσαν στο Ραβένσμπουργκ μειωνόταν σταθερά έως ότου η κοινότητα αριθμούσε μόνο 23 μέλη.

Στις αρχές της δεκαετίας του 1930 υπήρχαν επτά κύριες εβραϊκές οικογένειες που ζούσαν στο Ράβενσμπουργκ, συμπεριλαμβανομένων των οικογενειών Adler, Erlanger, Harburger, Herrmann, Landauer, Rose και Sondermann. Αφότου οι Εθνικοσοσιαλιστές κατέλαβαν την εξουσία, μερικοί από τους Εβραίους του Ραβένσμπουργκ αναγκάστηκαν αρχικά να μεταναστεύσουν, ενώ άλλοι αργότερα θα δολοφονούνταν στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης. Μέχρι και τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, υπήρξαν πολλές δημόσιες επιδείξεις μίσους προς τη μικρή κοινότητα των Εβραίων, εντός και γύρω από το Ράβενσμπουργκ.

Ήδη από τις 13 Μαρτίου 1933, περίπου τρεις εβδομάδες πριν από το εθνικό ναζιστικό μποϊκοτάζ των εβραϊκών καταστημάτων στη Γερμανία, ταγματασφαλίτες στήθηκαν μπροστά σε δύο εκ των πέντε εβραϊκών καταστημάτων του Ραβένσμπουργκ προσπαθώντας να εμποδίσουν τους επίδοξους πελάτες να εισέλθουν και τοποθέτησαν πικανκίδες σε ένα κατάστημα που έγραφαν : «Το Wohlwert είναι κλειστό μέχρι να εξαριανιστεί». Το Wohlwert σύντομα θα «εξαριανιζόταν» και θα γινόταν το μόνο εβραϊκό κατάστημα που θα επιβίωνε από τα ναζιστικά πογκρόμ.. Οι άλλοι ιδιοκτήτες των τεσσάρων μεγάλων εβραϊκών πολυκαταστημάτων του Ράβενσμπουργκ, οι Knopf, οι Merkur, οι Landauer και οι Wallersteiner αναγκάστηκαν όλοι να πουλήσουν τα ακίνητά τους σε μη Εβραίους εμπόρους μεταξύ των ετών 1935 και 1938. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, πολλοί Εβραίοι του Ραβένσμπουργκ μπόρεσαν να φύγουν στο εξωτερικό πριν ξεκινήσει η χειρότερη των εθνικοσοσιαλιστικών διώξεων. Ενώ τουλάχιστον οκτώ πέθαναν βίαια, αναφέρθηκε ότι τρεις Εβραίοι πολίτες που ζούσαν στο Ραβένσμπουργκ επέζησαν εξαιτίας των «Άριων» συζύγων τους.

Στο Ράβενσμπουργκ έλαβαν χώρα τρομακτικά ναζιστικά εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Την 1η Ιανουαρίου 1934 τέθηκε σε ισχύ στη Ναζιστική Γερμανία, ο «Νόμος για την Πρόληψη των Κληρονομικών Νοσημάτων», όπου άτομα με διαγνωσμένες ασθένειες όπως άνοια, σχιζοφρένεια, επιληψία, κληρονομική κώφωση και διάφορες άλλες ψυχικές διαταραχές, μπορούσαν να στειρωθούν νόμιμα βάσει αυτού. Στο νοσοκομείο Ravensburg City, που σήμερα ονομάζεται Heilig-Geist, πραγματοποιούνταν καταναγκαστικές στειρώσεις από τον Απρίλιο του 1934. Μέχρι το 1936, η στείρωση ήταν η πιο συχνή ιατρική επέμβαση στο δημοτικό νοσοκομείο.

Στα μεσοπολεμικά χρόνια της δεκαετίας του 1930 έως και την γερμανική προσάρτηση της Πολωνίας, το εργοστάσιο της Escher-Wyss στο Ρέβενσμπουργκ, το οποίο διευθύνονταν τότε από τον πατέρα του Klaus Schwab, τον Eugen Schwab, συνέχισε να είναι ο μεγαλύτερος εργοδότης στο Ravensburg. Το εργοστάσιο δεν ήταν απλώς ένας σημαντικός εργοδότης της πόλης, αλλά και το ναζιστικό κόμμα του Χίτλερ απένειμε στο παράρτημα της Escher-Wyss στο Ravensburg τον τίτλο της «Υποδειγματικής Εθνικοσοσιαλιστικής Εταιρείας», όταν ο Schwab ήταν στο τιμόνι της. Οι Ναζί πιθανότατα προσέγγιζαν την ελβετική εταιρεία για να συνεργαστούν μαζί της στον επερχόμενο πόλεμο, και η προσπάθεια τους τελικά απέδωσε.

Η Escher-Wyss του Ravensburg και ο πόλεμος

Το Ράβενσμπουργκ ήταν ένα παράδοξο στη Γερμανία κατά τη διάρκεια του πολέμου, καθώς δεν έγινε ποτέ στόχος των συμμαχικών αεροπορικών επιθέσεων. Η παρουσία του Ερυθρού Σταυρού και μια φημολογημένη συμφωνία με διάφορες εταιρείες, συμπεριλαμβανομένης της Escher-Wyss, έκαναν τις συμμαχικές δυνάμεις να συμφωνήσουν δημόσια να μην στοχεύσουν αυτήν την πόλη της Νότιας Γερμανίας. Καθ 'όλη τη διάρκεια του πολέμου δεν θεωρήθηκε σημαντικός στρατιωτικός στόχος και για το λόγο αυτό, η πόλη διατηρεί πολλά από τα αρχικά της χαρακτηριστικά. Ωστόσο, πολύ πιο σκοτεινά πράγματα συνέβησαν στο Ράβενσμπουργκ μόλις ξεκίνησε ο πόλεμος.

Ο Eugen Schwab συνέχισε να διοικεί την «Υποδειγματική Εθνικοσοσιαλιστική Εταιρεία» Escher-Wyss, και η ελβετική εταιρεία θα βοηθούσε την ναζιστική Wermacht να παράγει σημαντικά πολεμικά όπλα καθώς και πιο βασικούς εξοπλισμούς. Η εταιρεία Escher-Wyss ήταν ηγέτιδα στην τεχνολογία μεγάλων τουρμπίνων για τα υδροηλεκτρικά φράγματα και τα εργοστάσια παραγωγής ενέργειας, αλλά επίσης κατασκεύαζε ανταλλακτικά για τα γερμανικά μαχητικά αεροπλάνα. Συμμετείχε επίσης σε πολύ χειρότερα έργα που συνέβαιναν στο παρασκήνιο, τα οποία εάν είχαν ολοκληρωθεί, θα μπορούσαν να είχαν αλλάξει το αποτέλεσμα του Β 'Παγκοσμίου Πολέμου.

Η δυτικές στρατιωτικές υπηρεσίες πληροφοριών γνώριζαν ήδη τη συνενοχή και τη συνεργασία της Escher-Wyss με τους Ναζί. Υπάρχουν διαθέσιμα αρχεία από τις δυτικές στρατιωτικές υπηρεσίες πληροφοριών εκείνης της εποχής, συγκεκριμένα το Record Group 226 (RG 226) από τα δεδομένα που συλλέχθηκαν από το Γραφείο Στρατηγικών Υπηρεσιών (OSS), το οποίο δείχνει ότι οι συμμαχικές δυνάμεις γνώριζαν ορισμένες από τις επιχειρήματικές δραστηριότητες της Escher-Wyss με τους Ναζί.

Στο RG 226, υπάρχουν τρεις συγκεκριμένες αναφορές για την Escher-Wyss, όπως:

  • Αριθμός αρχείου 47178 όπου αναφέρει: Η Escher-Wyss της Ελβετίας εργάζεται πάνω σε μια μεγάλη παραγγελία για τη Γερμανία. Φλογοβόλα αποστέλλονται από την Ελβετία με το όνομα Brennstoffbehaelter. Ημερομηνία Σεπτεμβριος 1944.

  • Στο υπ. αριθμόν 41589 αρχείο φαίνεται ότι οι Ελβετοί επέτρεπαν την αποθήκευση γερμανικών εξαγωγών στη χώρα τους, ένα υποτίθεται ουδέτερο έθνος κατά τη διάρκεια του Β 'Παγκοσμίου Πολέμου. Η καταχώρηση έχει ως εξής: Επιχειρηματικές σχέσεις μεταξύ των Empresa Nacional Calvo Sotelo (ENCASO), Escher Wyss και Mineral Celbau Gesellschaft, σελ 1, Ιούλιος 1944. βλ. επίσης την Αναφορά L 42627 σχετικά με τη συνεργασία μεταξύ της Ισπανικής Empresa Nacional Calvo Sotelo και της Γερμανικής Rheinmetall Borsig, σχετικά με τις γερμανικές εξαγωγές που αποθηκεύονται στην Ελβετία. Σελ 1. Αύγουστος 1944.

  • Αριθμός αρχείου 72654 αναφέρει ότι: Βωξίτης από την Ουγγαρία είχε σταλεί στο παρελθόν στη Γερμανία και την Ελβετία για διύλιση. Στη συνέχεια, ένα κυβερνητικό συνδικάτο δημιούργησε ένα εργοστάσιο αλουμινίου στο Dunaalmas στα σύνορα της Ουγγαρίας. Παρεχόταν ηλεκτρική ενέργεια. Η Ουγγαρία συνεισέφερε ανθρακωρυχεία και παραγγέλθηκε εξοπλισμός από την ελβετική εταιρεία Escher-Wyss. Η παραγωγή ξεκίνησε το 1941, σελ. 2, Μάιος 1944.

Ωστόσο, η Escher-Wyss είχε ηγετική θέση σε έναν συγκεκριμένο αναπτυσσόμενο τομέα , τη δημιουργία νέας τεχνολογίας για τουρμπίνες. Η εταιρεία είχε κατασκευάσει μία τουρμπίνα 14.500 HP για το στρατηγικά σημαντικό υδροηλεκτρικό εργοστάσιο της βιομηχανικής εγκατάστασης Norsk Hydro στο Vemork, κοντά στο Rjukan της Νορβηγίας. Το εργοστάσιο Norsk Hydro που εν μέρει τροφοδοτούνταν από την Escher Wyss , ήταν το μόνο βιομηχανικό εργοστάσιο υπό τον έλεγχο των Ναζί, ικανό να παράγει βαρύ ύδωρ, ένα απαραίτητο συστατικό για την παραγωγή πλουτωνίου για το πρόγραμμα των ναζιστικών ατομικών βομβών. Οι Γερμανοί είχαν θέσει κάθε δυνατό πόρο για την παραγωγή βαρέος ύδατος αλλά οι συμμαχικές δυνάμεις γνώριζαν τις πιθανές τεχνολογικές εξελίξεις που θα ήταν ικανές να αλλάξουν την έκβαση του παιχνιδιού, των όλο και πιο απελπισμένων Ναζί.

Κατά τη διάρκεια των ετών 1942 και 1943, το υδροηλεκτρικό εργοστάσιο έγινε στόχος μερικών επιτυχημένων επιδρομών των Βρετανών Κομάντο και της Νορβηγικής Αντίστασης, αν και η παραγωγή βαρέος ύδατος συνεχίστηκε. Οι συμμαχικές δυνάμεις έριξαν πάνω από 400 βόμβες στο εργοστάσιο, οι οποίες μόλις που επηρέασαν τη λειτουργία του τεράστιου εργοστασίου. Το 1944 γερμανικά πλοία επιχείρησαν να μεταφέρουν βαρύ ύδωρ στη Γερμανία, αλλά η Νορβηγική Αντίσταση κατάφερε να βυθίσει το πλοίο που μετέφερε το πολύτιμο φορτίο. Με τη βοήθεια της Escher-Wyss, οι Ναζί σχεδόν βρέθηκαν σε θέση να αλλάξουν την ροή του πολέμου και να επιφέρουν τη νίκη του Άξονα.

Πίσω στο εργοστάσιο της Escher-Wyss στο Ράβενσμπουργκ, ο Eugen Schwab ήταν απασχολημένος να καταναγκάζει τους εργάτες να δουλεύουν στη ναζιστική εταιρεία -πρότυπο του. Κατά τη διάρκεια των ετών του Β 'Παγκοσμίου Πολέμου, σχεδόν 3.600 εργάτες καταναγκάστηκαν να δουλέψουν στο Ράβενσμπουργκ, συμπεριλαμβανομένου και του εργοστασίου της Escher Wyss. Σύμφωνα με την υπάλληλο του αρχείου της πόλης του Ravensburg, Andrea Schmuder, το εργοστάσιο μηχανών της Escher-Wyss στο Ravensburg απασχολούσε από 198 έως 203 υπαλλήλους και αιχμαλώτους πολέμου κατά τη διάρκεια του πολέμου. Ο Karl Schweizer, ένας τοπικός ιστορικός του Lindau, δήλωσε ότι η Escher-Wyss διατηρούσε στις εργοστασιακές εγκαταστάσεις , ένα μικρό ειδικό στρατόπεδο για τους εργάτες καταναγκαστικών έργων.

Η χρήση άπειρων εργατών σε καταναγκαστικές εργασίες στο Ράβενσμπουργκ κατέστησε απαραίτητη τη δημιουργία ενός από τα μεγαλύτερα ναζιστικά στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας στο ξυλουργείο ενός πρώην ξυλουργού στην οδό Ziegelstrasse 16. Κάποια στιγμή το εν λόγω στρατόπεδο φιλοξενούσε 125 Γάλλους αιχμαλώτους πολέμου, οι οποίοι αργότερα μεταφέρθηκαν σε άλλα στρατόπεδα το 1942. Οι Γάλλοι εργάτες αντικαταστάθηκαν από 150 Ρώσους αιχμαλώτους πολέμου οι οποίοι, όπως φημολογείται, αντιμετωπίστηκαν χειρότερα από όλους τους υπόλοιπους αιχμαλώτους πολέμου .Μια από αυτούς τους κρατούμενους ήταν η Zina Jakuschewa, της οποίας η κάρτα εργασίας και το βιβλίο εργασίας βρίσκονται στο Μουσείο Μνήμης Ολοκαυτώματος των Ηνωμένων Πολιτειών. Αυτά τα έγγραφα την χαρακτηρίζουν ως μη εβραία εργάτιδα καταναγκαστικών εργασιών που βρισκόταν στο Ράβενσμπουργκ της Γερμανίας, κατά τη διάρκεια των ετών 1943 και 1944.

Ο Eugen Schwab τηρούσε πιστά το status quo κατά τη διάρκεια του πολέμου. Εξάλλου, καθώς ο νεαρός Klaus Martin Schwab είχε ήδη γεννηθεί το 1938 και καθώς ο αδερφός του, ο Urs Reiner Schwab γεννήθηκε λίγα χρόνια αργότερα, ο Eugen ήθελε να κρατήσει τα παιδιά του ασφαλή.

Klaus Martin Schwab – ο μυστηριώδης διεθνής άνθρωπος

Γεννημένος στις 30 Μαρτίου 1938 στο Ravensburg της Γερμανίας, ο Klaus Schwab ήταν το μεγαλύτερο παιδί μιας φυσιολογικής πυρηνικής οικογένειας. Μεταξύ των ετών 1945 και 1947, ο Κλάους φοίτησε στο δημοτικό σχολείο του Au στη Γερμανία. Ο Klaus Schwab δήλωσε σε μια συνέντευξη το 2006 στους Irish Times ότι: «Μετά τον πόλεμο, ήμουν πρόεδρος της γαλλο-γερμανικής περιφερειακής ένωσης νέων. Οι ήρωές μου ήταν οι Adenauer, De Gasperi και De Gaulle.»

Ο Klaus Schwab και ο μικρότερος αδερφός του Urs Reiner Schwab ακολούθησαν και οι δύο τα βήματα του παππού τους Gottfried, και του πατέρα τους Eugen · και οι δύο αρχικά σπούδασαν μηχανολόγοι μηχανικοί. Ο πατέρας του είχε πει στον νεαρό Klaus ότι αν ήθελε να έχει αντίκτυπο στον κόσμο, τότε θα έπρεπε να σπουδάσει μηχανολόγος μηχανικός. Αυτό θα ήταν μόνο η αρχή των πανεπιστημιακών σπουδών του Schwab.

Ο Κλάους ξεκίνησε την πληθώρα των σπουδών του στο Spohn-Gymnasium Ravensburg από το 1949 έως το 1957, και τελικά αποφοίτησε από το Humanistisches Gymnasium στο Ravensburg. Μεταξύ των ετών 1958 και 1962, ο Κλάους άρχισε να εργάζεται σε διάφορες εταιρείες μηχανικών και, το 1962 ολοκλήρωσε τις σπουδές του στο Ελβετικό Ομοσπονδιακό Ινστιτούτο Τεχνολογίας (ETH) της Ζυρίχης λαμβάνοντας δίπλωμα μηχανικού. Το επόμενο έτος ολοκλήρωσε επίσης ένα πρόγραμμα οικονομικών σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Fribourg στην Ελβετία. Από το 1963 έως το 1966, ο Κλάους εργάστηκε ως Βοηθός Γενικού Διευθυντή της Γερμανικής Ένωσης Κατασκευαστών Μηχανών (VDMA)στη Φρανκφούρτη.

Το 1965, ο Klaus εργαζόταν επίσης πάνω στο διδακτορικό του, στο Ομοσπονδιακό Ινστιτούτο Τεχνολογίας (ETH) της Ζυρίχης, γράφοντας τη διατριβή με θέμα: «Η μακροπρόθεσμη εξαγωγική πίστωση ως επιχειρηματικό πρόβλημα στη μηχανολογία». Στη συνέχεια, το 1966, έλαβε το διδακτορικό του πάνω στη Μηχανική από το Ελβετικό Ομοσπονδιακό Ινστιτούτο Τεχνολογίας (ETH) της Ζυρίχης. Εκείνη την περίοδο ο πατέρας του Klaus, ο Eugen Schwab, κινούνταν σε υψηλότερους κύκλους από ότι προηγουμένως. Καθώς ήταν ήδη γνωστή προσωπικότητα στο Ravensburg ως Διευθύνων Σύμβουλος του εργοστασίου της Escher-Wyss από πριν τον πόλεμο, τελικά εξελέγη Πρόεδρος του Εμπορικού Επιμελητηρίου του Ravensburg. Το 1966, κατά την ίδρυση της γερμανικής επιτροπής για τη σιδηροδρομική σήραγγα του Splügen, ο Eugen Schwab όρισε την ίδρυση της γερμανικής επιτροπής ως ένα έργο «που δημιουργεί μια καλύτερη και ταχύτερη σύνδεση σε μεγάλους κύκλους της ολοένα και πιο ενωμένης Ευρώπης μας, και έτσι προσφέρει νέες ευκαιρίες για πολιτιστική, οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη».

Το 1967, ο Klaus Schwab απέκτησε το διδακτορικό του στα Οικονομικά από το Πανεπιστήμιο του Fribourg της Ελβετίας, καθώς και πτυχίο Master στη Δημόσια Διοίκηση από τη σχολή διακυβέρνησης John F. Kennedy του πανεπιστημίου Χάρβαρντ των Ηνωμένων Πολιτειών. Ενώ φοιτούσε στο Harvard, ο Schwab είχε καθηγητή τον Henry Kissinger · αργότερα θα δήλωνε ότι ο Κίσινγκερ ήταν μεταξύ των κορυφαίων 3-4 προσωπικοτήτων που επηρέασαν περισσότερο τη σκέψη του καθ 'όλη τη διάρκεια της ζωής του.


Στο προαναφερόμενο άρθρο του 2006 των Irish Times, ο Κλάους χαρακτηρίζει αυτήν την περίοδο ως πολύ σημαντική για τη διαμόρφωση της παρούσας ιδεολογικής σκέψης του,δηλώνοντας : «Χρόνια αργότερα, όταν επέστρεψα από τις ΗΠΑ μετά τις σπουδές μου στο Χάρβαρντ, υπήρξαν δύο γεγονότα που είχαν καθοριστική επιρροή πάνω μου. Το πρώτο ήταν το βιβλίο του Jean-Jacques Servan-Schreiber, The American Challenge - το οποίο έλεγε ότι η Ευρώπη θα βγει ζημιωμένη έναντι των ΗΠΑ λόγω των κατώτερων διοικητικών της μεθόδων. Το άλλο γεγονός ήταν - σχετίζεται με την Ιρλανδία – ότι η Ευρώπη των έξι έγινε η Ευρώπη των εννέα. ». Αυτά τα δύο γεγονότα θα βοηθούσαν στη διαμόρφωση του Klaus Schwab σε έναν άνθρωπο ο οποίος ήθελε να αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι κινούνται στην καθημερινότητα τους.

Την ίδια χρονιά, ο μικρότερος αδερφός του Klaus, ο Urs Reiner Schwab αποφοίτησε από το Ομοσπονδιακό Ινστιτούτο Τεχνολογίας (ETH) της Ζυρίχης με πτυχίο μηχανολόγου μηχανικού και ο Klaus Schwab ξεκίνησε να εργάζεται στην παλιά εταιρεία του πατέρα του την Escher-Wyss στη Ζυρίχη, η οποία σύντομα μετονομάστηκε σε Sulzer Escher-Wyss AG, ως αντιπρόεδρος για να βοηθήσει στην αναδιοργάνωση των συγχωνευόμενων εταιρειών. Αυτό το γεγονός μας οδηγεί στις πυρηνικές διασυνδέσεις του Κλάους.

Η άνοδος ενός τεχνοκράτη

Η Sulzer, μια ελβετική εταιρεία η οποία χρονολογείται από το 1834, είχε αρχίσει να γίνεται γνωστή το 1906, όταν ξεκίνησε να κατασκευάζει συμπιεστές. Μέχρι το 1914, η οικογενειακή επιχείρηση είχε γίνει μέρος «τριών συμμετοχικών εταιρειών», μία από τις οποίες ήταν η επίσημη μητρική εταιρεία . Τη δεκαετία του 1930, τα κέρδη της Sulzer θα μειωθούν κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσης και όπως πολλές επιχειρήσεις τότε, αντιμετώπισε διαταραχές και εργατικές κινητοποιήσεις.

Ο Β 'Παγκόσμιος Πόλεμος μπορεί να μην επηρέασε την Ελβετία όσο τις γείτονες χώρες της, αλλά η οικονομική άνθηση που επρόκειτο να ακολουθήσει οδήγησε τη Sulzer να αυξάνει τη δύναμη και το μερίδιο αγοράς της. Το 1966, λίγο πριν από την άφιξη του Klaus Schwab στην Escher-Wyss, η εταιρεία υπέγραψε συμφωνία συνεργασίας με τους αδελφούς Sulzer στο Winterthur. Η συγχώνευση της Sulzer και της Escher-Wyss ξεκίνησε το 1966, όταν η Sulzer αγόρασε το 53% των μετοχών της εταιρείας. Η Escher-Wyss θα μετατραπεί επίσημα σε Sulzer Escher-Wyss AG το 1969, όταν οι τελευταίες τις μετοχές εξαγοράστηκαν από τους αδελφούς Sulzer.

Μόλις ξεκίνησε η συγχώνευση, η Escher-Wyss άρχισε να αναδιαρθρώνεται και δύο από τα προϋπάρχοντα μέλη του διοικητικού συμβουλίου ήταν οι πρώτοι που αποχώρησαν από την Escher-Wyss. Ο Δρ. H. Schindler και ο W. Stoffel παραιτήθηκαν από το Διοικητικό Συμβούλιο, το οποίο είχε νέους επικεφαλής τους Georg Sulzer και Alfred Schaffner. Ο Δρ Schindler ήταν μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Escher-Wyss επί 28 έτη και είχε εργαστεί μαζί με τον Eugen Schwab για μεγάλο μέρος της θητείας του. Ο Peter Schmidheiny θα αναλάμβανε αργότερα ως Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της Escher-Wyss, συνεχίζοντας την οικογενειακή κυριαρχία των Schmidheiny στα στελέχη της εταιρείας.

Κατά τη διάρκεια της αναδιάρθρωσης, αποφασίστηκε ότι η Escher-Wyss και η Sulzer θα επικεντρωνόταν σε ξεχωριστούς μηχανολογικούς τομείς, με τα εργοστάσια της Escher-Wyss να εργάζονται κυρίως πάνω στην κατασκευή υδραυλικών εγκαταστάσεων παραγωγής ενέργειας, όπως τουρμπίνες, αντλίες αποθήκευσης, μηχανές αναστροφής, συσκευές κλεισίματος και αγωγούς, καθώς και ατμοτουρμπίνες, στροβιλοσυμπιεστές, συστήματα εξάτμισης, φυγοκεντρητές και μηχανήματα για την παρακευή χάρτου και χαρτοπολτού. Η Sulzer θα επικεντρωνόταν στη βιομηχανία ψύξης καθώς και στην κατασκευή ατμολέβητων και αεροτουρμπίνων.

Την 1η Ιανουαρίου 1968 , η πρόσφατα αναδιοργανωμένη Sulzer Escher-Wyss AG εγκαινιάστηκε δημόσια και εξορθολογίστηκε, μια κίνηση που κρίθηκε απαραίτητη λόγω των πολλών μεγάλων εξαγορών. Αυτή η κίνηση συμπεριλάμβανε μια στενή συνεργασία με την Brown Boveri, μια ομάδα ελβετικών εταιρειών ηλεκτρολόγων μηχανικών που είχαν επίσης εργαστεί για τους Ναζί, παρέχοντας στους Γερμανούς μέρος της τεχνολογίας των γερμανικών στρατιωτικών υποβρυχίων που χρησιμοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια του Β 'Παγκοσμίου Πολέμου. Η Brown Boveri χαρακτηρίστηκε επίσης ως «αμυντικός ηλεκτρικός εργολάβος» και οι όροι της κούρσας οπλικών συστημάτων την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου, ήταν επωφελείς γι αυτήν.

Η συγχώνευση και η αναδιοργάνωση αυτών των γιγαντιαίων ελβετικών εταιρειών μηχανολόγων μηχανικών, τις ωφέλησε με ξεχωριστούς τρόπους. Κατά τη διάρκεια των Χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων του 1968 στη Γκρενόμπλ, οι Sulzer και Escher-Wyss χρησιμοποίησαν 8 συμπιεστές ψύξης για να δημιουργήσουν τόνους τεχνητού πάγου. Το 1969, οι δύο εταιρείες συνεργάστηκαν για να βοηθήσουν στην κατασκευή ενός νέου επιβατικού πλοίου με το όνομα «Αμβούργο», το πρώτο πλοίο στον κόσμο που ήταν πλήρως κλιματιζόμενο χάρη στην συνεργασία των Sulzer και Escher-Wyss.

Το 1967, ο Klaus Schwab εμφανίστηκε επίσημα στη σκηνή της ελβετικής επιχειρηματικής κοινότητας και πήρε το προβάδισμα στη συγχώνευση μεταξύ Sulzer και Escher-Wyss, και επιπλέον δημιούργησε επικερδείς συμμαχίες με την Brown Boveri και άλλους. Τον Δεκέμβριο του 1967, ο Klaus μίλησε σε μια εκδήλωση στη Ζυρίχη, στους κορυφαίους ελβετικούς οργανισμούς μηχανολογίας ·την Ένωση Εργοδοτών Ελβετών Κατασκευαστών Μηχανών και Μεταλλικών Κατασκευών και την Ένωση Ελβετών Κατασκευαστών Μηχανών.

Στην ομιλία του, προέβλεψε σωστά τη σημασία της ενσωμάτωσης των υπολογιστών στη σύγχρονη ελβετική μηχανική, δηλώνοντας ότι:

«Το 1971, προϊόντα που δεν κυκλοφορούν καν στην αγορά πιθανόν να αντιπροσωπεύουν έως και το ένα τέταρτο των πωλήσεων. Αυτό απαιτεί από τις εταιρείες να ερευνούν συστηματικά τις πιθανές εξελίξεις και να εντοπίζουν κενά στην αγορά. Σήμερα, 18 από τις 20 μεγαλύτερες εταιρείες στον κλάδο των μηχανημάτων , έχουν τμήματα σχεδιασμού τα οποία έχουν αναλάβει αυτά τα καθήκοντα. Φυσικά, όλοι πρέπει να κάνουν χρήση των τελευταίων τεχνολογικών εξελίξεων και ο υπολογιστής είναι μια από αυτές. Οι πολλές μικρές και μικρομεσαίες εταιρείες του κλάδου της μηχανικής ακολουθούν το μονοπάτι της συνεργασίας ή χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες εξειδικευμένων παρόχων υπηρεσιών επεξεργασίας δεδομένων. »

Οι υπολογιστές και τα δεδομένα θεωρήθηκαν προφανώς σημαντικά για το μέλλον σύμφωνα με τον Schwab, και αυτό προβλέφθηκε περαιτέρω στην αναδιοργάνωση της Sulzer Escher-Wyss κατά τη συγχώνευση τους. Ο σύγχρονος ιστότοπος της Sulzer αντικατοπτρίζει αυτήν την αξιοσημείωτη αλλαγή κατεύθυνσης, δηλώνοντας ότι το 1968 : «Οι δραστηριότητες πάνω στις τεχνολογίες υλικών εντείνονται [από την Sulzer] και αποτελούν τη βάση για προϊόντα ιατρικής τεχνολογίας. Η θεμελιώδης αλλαγή από μια εταιρεία κατασκευής μηχανών σε μια εταιρεία τεχνολογίας αρχίζει να γίνεται εμφανής.»

Ο Klaus Schwab βοηθούσε στη μετατροπή της Sulzer Escher-Wyss σε κάτι περισσότερο από απλώς έναν γίγαντα μηχανικών κατασκευών · την μεταμόρφωσε σε μια εταιρεία τεχνολογίας που οδηγείται με μεγάλη ταχύτητα προς ένα μέλλον υψηλής τεχνολογίας. Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι η Sulzer Escher-Wyss επικεντρώθηκε στα «προϊόντα ιατρικής τεχνολογίας», έναν τομέα που δεν ήταν προηγουμένος στόχος της Sulzer και της Escher-Wyss.

Όμως, η τεχνολογική πρόοδος δεν ήταν η μόνη αναβάθμιση που ο Klaus Schwab θέλησε να εισαγάγει στην Sulzer Escher-Wyss · θέλησε επίσης να αλλάξει τον τρόπο διοίκησης της . Ο Schwab και οι στενοί του συνεργάτες προωθούσαν μια εντελώς νέα επιχειρηματική φιλοσοφία που θα επέτρεπε σε «όλους τους υπαλλήλους να αποδεχθούν τις προσταγές της παρότρυνσης και να εξασφαλίσουν στο σπίτι μια αίσθηση ευελιξίας και προσαρμοστικότητας».

Κατά το τέλος της δεκαετίας του 1960 ο Κλάους θα αρχίσει να ξεπροβάλλει σαν ένα πιο δημόσιο πρόσωπο. Εκείνη τη χρονική στιγμή, η εταιρεία Sulzer Escher-Wyss ενδιαφέρθηκε επίσης για τον Τύπο περισσότερο από ποτέ. Τον Ιανουάριο του 1969, οι ελβετικοί γίγαντες διενήργησαν μια δημόσια συμβουλευτική συνεδρία με τίτλο «Ημέρα Τύπου του Μηχανολογικού Κλάδου», η οποία αφορούσε κυρίως ερωτήματα σχετικά με τη διαχείριση των εταιρειών. Κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης, ο Schwab δήλωσε ότι οι εταιρείες που χρησιμοποιούν ένα αυταρχικό στιλ διοίκησης επιχειρήσεων «δεν μπορούν να ενεργοποιήσουν πλήρως το «ανθρώπινο κεφάλαιο»», ένα επιχείρημα που θα χρησιμοποιούσε σε πολλές ξεχωριστές περιστάσεις κατά τα τέλη της δεκαετίας του 1960.

Πλουτώνιο και Πρετόρια

Η Escher-Wyss ήταν πρωτοπόρος σε μερικές από τις πιο σημαντικές τεχνολογίες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Όπως επισημαίνει το Υπουργείο Ενέργειας των ΗΠΑ σε άρθρο τους σχετικά με την Διάταξη κύκλου Βrayton υπερκρίσιμου CO2 (CBC), μια συσκευή που χρησιμοποιείται σε υδροηλεκτρικούς και πυρηνικούς σταθμούς : «η Escher-Wyss ήταν η πρώτη εταιρεία που ανέπτυξε την στροβιλομηχανή για συστήματα CBC ξεκινώντας από το 1939». Συνέχισε αναφέροντας ότι δημιουργήθηκαν 24 συστήματα, «με την Escher-Wyss να σχεδιάζει τους κύκλους μετατροπής ισχύος και να κατασκευάζει το στροβιλομηχανή για όλους εκτός από 3». Μέχρι το 1966, λίγο πριν από την είσοδο του Schwab στην Escher-Wyss και την έναρξη της συγχώνευσης με την Sulzer, ο συμπιεστής ηλίου της Escher-Wyss σχεδιάστηκε για τη La Fleur Corporation και συνέχισε την εξέλιξη του κύκλου Brayton . Αυτή η τεχνολογία ήταν ακόμη σημαντική για τη βιομηχανία όπλων έως το 1986, καθώς τα πυρηνικά αεροσκάφη ήταν εξοπλισμένα με πυρηνικό αντιδραστήρα κύκλου Brayton που ψύχεται με ήλιο.

Η Escher-Wyss είχε ασχοληθεί με την κατασκευή και την εγκατάσταση πυρηνικής τεχνολογίας τουλάχιστον από το 1962, όπως φαίνεται από αυτό το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας για την «ρύθμιση ανταλλαγής θερμότητας σε πυρηνικό εργοστάσιο παραγωγής ενέργειας», και από αυτό το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας του 1966 για «ένα εργοστάσιο πυρηνικών αντιδραστήρων με αεροτουρμπίνες, με σύστημα ψύξης έκτακτης ανάγκης ». Αφότου ο Schwab έφυγε από την Sulzer Escher-Wyss, η Sulzer θα βοηθούσε επίσης στην ανάπτυξη ειδικών στροβιλοσυμπιεστών για εμπλουτισμό ουρανίου για την παραγωγή καυσίμων αντιδραστήρων.

Όταν ο Klaus Schwab έγινε μέλος της Sulzer Escher-Wyss το 1967 και ξεκίνησε την αναδιοργάνωση της εταιρείας σε μια τεχνολογική εταιρεία, η συμμετοχή της Sulzer Escher-Wyss στις πιο σκοτεινές πτυχές της παγκόσμιας κούρσας πυρηνικού οπλισμού έγινε αμέσως πιο έντονη. Πριν εμπλακεί ο Klaus, η Escher-Wyss επικεντρωνόταν συχνά στο σχεδιασμό και την κατασκευή ανταλλακτικών πυρηνικής τεχνολογίας για μη στρατιωτικές χρήσεις, π.χ. για παραγωγή πυρηνικής ενέργειας. Ωστόσο, με την άφιξη του πρόθυμου κ. Schwab ξεκίνησε και η συμμετοχή της εταιρείας στον παράνομο πολλαπλασιασμό της τεχνολογίας πυρηνικών όπλων. Μέχρι το 1969, η ενσωμάτωση της Escher Wyss στην Sulzer ολοκληρώθηκε πλήρως και μετονομάστηκαν σε Sulzer AG, αφαιρώντας το ιστορικό όνομα Escher-Wyss από την νέα ονομασία..

Τελικά αποκαλύφθηκε, χάρη σε μια ανασκόπηση και μια αναφορά που διενήργησαν οι ελβετικές αρχές και ένας άνδρας ονόματι Peter Hug, ότι η Sulzer Escher-Wyss ξεκίνησε κρυφά να προμηθεύει και να κατασκευάζει βασικά εξαρτήματα για πυρηνικά όπλα, κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1960. Η εταιρεία, ενώ ο Schwab ήταν στο διοικητικό συμβούλιο, άρχισε επίσης να παίζει καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη του προγράμματος παράνομων πυρηνικών όπλων της Νότιας Αφρικής, κατά τη διάρκεια των πιο σκοτεινών χρόνων του απαρτχάιντ. Ο Klaus Schwab αποτέλεσε ηγετική μορφή στην δημιουργία της εταιρικής κουλτούρας που βοήθησε την Πρετόρια να κατασκευάσει έξι πυρηνικά όπλα και να συναρμολογήσει μερικώς ένα έβδομο.

Στην αναφορά, ο Peter Hug περιέγραψε το πώς η Sulzer Escher Wyss AG (αναφερόμενη μετά τη συγχώνευση απλώς ως Sulzer AG) παρείχε ζωτικά στοιχεία στην κυβέρνηση της Νοτίου Αφρικής και βρήκε αποδεικτικά στοιχεία για τον ρόλο της Γερμανίας στην υποστήριξη του ρατσιστικού καθεστώτος, αποκαλύπτοντας επίσης ότι η ελβετική κυβέρνηση «γνώριζε τις παράνομες συμφωνίες, αλλά «τις ανέχτηκε σιωπηλά », ενώ υποστήριζε κάποιες από αυτές ενεργά ή τις επέκρινε με μισή καρδιά». Η αναφορά του Hug τελικά ολοκληρώθηκε σε ένα έργο με τίτλο: «Ελβετία και Νότια Αφρική 1948-1994 - Τελική έκθεση του NFP 42+ για λογαριασμό του Ελβετικού Ομοσπονδιακού Συμβουλίου», το οποίο συντάχθηκε και γράφτηκε από τον Georg Kreis και δημοσιεύθηκε το 2007.

Μέχρι το 1967, η Νότια Αφρική είχε κατασκευάσει έναν αντιδραστήρα ως μέρος του σχεδίου για την παραγωγή πλουτωνίου, τον SAFARI-2 που βρισκόταν στην Pelindaba.Ο SAFARI-2 ήταν μέρος ενός έργου για την ανάπτυξη ενός αντιδραστήρα βαρέος ύδατος ο οποίος θα τροφοδοτούνταν από φυσικό ουράνιο και θα ψυχόταν με νάτριο. Αυτός ο σύνδεσμος για την ανάπτυξη βαρέος ύδατος για τη δημιουργία ουρανίου, την ίδια τεχνολογία που είχαν χρησιμοποιήσει και οι Ναζί με τη βοήθεια της Escher-Wyss, εξηγεί γιατί οι Νοτιοαφρικανοί ενεπλάκησαν αρχικά με την Escher-Wyss. Αλλά μέχρι το 1969, η Νότια Αφρική εγκατέλειψε το πρότζεκτ αντιδραστήρων βαρέος ύδατος στην Pelindaba επειδή εξαντλούσε πόρους από το πρόγραμμα εμπλουτισμού ουρανίου που είχε πρωτοξεκινήσει το 1967.


Το 1970, η Escher-Wyss σίγουρα ασχολούνταν με την πυρηνική τεχνολογία, όπως φαίνεται σε ένα αρχείο που βρίσκεται στο Landesarchivs του κρατιδίου Baden-Württemberg. Το αρχείο παρουσιάζει λεπτομερώς μια διαδικασία δημοσίων συμβάσεων και περιέχει πληροφορίες σχετικά με τις συνομιλίες ανάθεσης με συγκεκριμένες εταιρείες που συμμετείχαν στην προμήθεια πυρηνικής τεχνολογίας και υλικών. Στις εταιρείες που κατονομάζονται είναι οι: NUKEM, Uhde, Krantz, Preussag, Escher-Wyss, Siemens, Rheintal, Leybold, Lurgi και η περίφημη Transnuklear.

Οι Ελβετοί και οι Νοτιοαφρικανοί είχαν μια στενή σχέση κατά αυτήν την ιστορική περίοδο , όταν ήταν δύσκολο για το βάναυσο καθεστώς της Νοτίου Αφρικής να βρει στενούς συμμάχους. Στις 4 Νοεμβρίου 1977, το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών θέσπισε το ψήφισμα 418 το οποίο επέβαλε υποχρεωτικό εμπάργκο όπλων εναντίον της Νότιας Αφρικής, ένα εμπάργκο που δεν είχε αρθεί πλήρως έως το 1994.

Ο Georg Kreis επεσήμανε τα ακόλουθα στη λεπτομερή αξιολόγησή του για την έκθεση Hug:

«Το γεγονός ότι οι αρχές υιοθέτησαν μια μη παρεμβατική προσέγγιση ακόμη και μετά τον Μάιο του 1978 , αποκαλύφθηκε σε επιστολές μεταξύ του Κινήματος κατά του Απαρτχάιντ και του DFMA την περίοδο Οκτωβρίου - Δεκεμβρίου 1978. Όπως εξηγεί η μελέτη του Hug, το Κίνημα κατά του Απαρτχάιντ της Ελβετίας επισήμανε τις γερμανικές εκθέσεις σύμφωνα με τις οποίες η Sulzer Escher-Wyss και μια εταιρεία με την επωνυμία BBC είχαν προμηθεύσει ανταλλακτικά στο εργοστάσιο εμπλουτισμένου ουρανίου στη Νότια Αφρική, καθώς και επαναλαμβανόμενες πιστώσεις στην ESCOM, οι οποίες περιλάμβαναν επίσης σημαντικές συνεισφορές από ελβετικές τράπεζες. Αυτοί οι ισχυρισμοί οδήγησαν σε ερωτήματα σχετικά με το εάν το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο - υπό το πρίσμα της θεμελιώδους υποστήριξης του εμπάργκο των Ηνωμένων Εθνών, δεν θα έπρεπε να παρακινήσει την Εθνική Τράπεζα να σταματήσει να εγκρίνει πιστώσεις για την ESCOM στο μέλλον.»

Οι ελβετικές τράπεζες θα βοηθούσαν στην χρηματοδότηση της πυρηνικής κούρσας της Νοτίου Αφρικής και μέχρι το 1986, η Sulzer Escher-Wyss παρήγαγε επιτυχώς ειδικούς συμπιεστές για τον εμπλουτισμό ουρανίου.

Η ίδρυση του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ

Το 1970, ο νεαρός τυχάρπαστος Klaus Schwab έγραψε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και ζήτησε βοήθεια για τη δημιουργία μίας «μη εμπορικής δεξαμενής σκέψης για τους Ευρωπαΐους επιχειρηματικούς ηγέτες». Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ήταν επίσης χορηγός της εκδήλωσης, αποστέλλοντας τον Γάλλο πολιτικό Raymond Barre να ενεργήσει ως «πνευματικός μέντορας» του φόρουμ. Ο Raymond Barre , ο οποίος ήταν τότε ο Ευρωπαίος Επίτροπος Οικονομικών και Δημοσιονομικών Υποθέσεων, αργότερα θα γινόταν πρωθυπουργός της Γαλλίας και θα κατηγορούνταν για αντισημιτικά σχόλια ενώ κατείχε το πρωθυπουργικό αξίωμα.

Έτσι, το 1970 ο Schwab έφυγε από την Escher Wyss για να διοργανώσει ένα συνέδριο διοίκησης επιχειρήσεων διάρκειας δύο εβδομάδων. Το 1971 πραγματοποιήθηκε στο Νταβός της Ελβετίας η πρώτη συνάντηση του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ - που τότε ονομαζόταν Συμπόσιο Ευρωπαϊκής Διαχείρισης. Περίπου 450 συμμετέχοντες από 31 χώρες συμμετείχαν στο πρώτο Συμπόσιο Ευρωπαϊκής Διαχείριση του Schwab, αποτελούμενοι κυρίως από στελέχη διαφόρων ευρωπαϊκών εταιρειών, πολιτικούς και ακαδημαϊκούς από τις ΗΠΑ. Το έργο καταχωρήθηκε ως διοργανωμένο από τον Klaus Schwab και την γραμματέα του Hilde Stoll που αργότερα το ίδιο έτος θα γινόταν σύζυγος του.

Το ευρωπαϊκό συμπόσιο του Κλάους δεν ήταν μια πρωτότυπη ιδέα. Όπως αρκετά κατανοητά δήλωσε ο συγγραφέας Ganga Jey Aratnam το 2018:

«Το «Πνεύμα του Νταβός» του Klaus Schwab ήταν επίσης το «Πνεύμα του Χάρβαρντ». Η επιχειρηματική σχολή δεν υποστήριξε απλώς την ιδέα ενός συμποσίου. Ο διακεκριμένος οικονομολόγος του Χάρβαρντ, ο John Kenneth Galbraith υπερασπίστηκε την εύπορη ομάδα, καθώς και τις ανάγκες σχεδιασμού του καπιταλισμού και την προσέγγιση Ανατολής και Δύσης ».

Ήταν επίσης αληθές , όπως επεσήμανε και ο Aratnam, ότι δεν ήταν η πρώτη φορά που το Νταβός φιλοξενούσε τέτοιες εκδηλώσεις. Μεταξύ των ετών 1928 και 1931, οι Συσκέψεις του Πανεπιστημίου του Νταβός πραγματοποιήθηκαν στο Ξενοδοχείο Belvédère · μεταξύ των διοργανωτών ήταν ο Άλμπερτ Αϊνστάιν και έπαυσαν μόνο λόγω της Μεγάλης Ύφεσης και της απειλής του επικείμενου πολέμου.

Η Λέσχη της Ρώμης και το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ

Η ομάδα με τη μεγαλύτερη επίδραση που ώθησε στη δημιουργία του συμποσίου του Klaus Schwab ήταν η Λέσχη της Ρώμης, μια ισχυρή δεξαμενή σκέψης της επιστημονικής και πλούσιας ελίτ, η οποία αντικατοπτρίζει το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ με πολλούς τρόπους, όπως την προώθηση ενός μοντέλου παγκόσμιας διακυβέρνησης υπό την ηγεσία μιας τεχνοκρατικής ελίτ. Η Λέσχη ιδρύθηκε το 1968 από τον Ιταλό βιομήχανο Aurelio Peccei και τον Σκωτσέζο χημικό Alexander King κατά τη διάρκεια μιας ιδιωτικής συνάντησης εντός μιας οικίας που άνηκε στην οικογένεια Rockefeller, στο Μπελάτζιο της Ιταλίας.

Μεταξύ των πρώτων επιτευγμάτων του ήταν ένα βιβλίο του 1972 με τίτλο «Τα Όρια της Ανάπτυξης» που επικεντρωνόταν σε μεγάλο βαθμό στον παγκόσμιο υπερπληθυσμό, προειδοποιώντας ότι «εάν τα παγκόσμια καταναλωτικά πρότυπα και η αύξηση του πληθυσμού συνεχιστούν με τους ίδιους υψηλούς ρυθμούς της εποχής μας, η γη θα έφτανε τα όριά της εντός ενός αιώνα». Στην τρίτη συνάντηση του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ το 1973, ο Peccei έκανε μια ομιλία συνοψίζοντας αυτό το βιβλίο, την οποία η ιστοσελίδα του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ μνημονεύει ως το ξεχωριστό γεγονός αυτής της ιστορικής συνάντησης. Την ίδια χρονιά, η Λέσχη της Ρώμης δημοσίευσε μια έκθεση που περιέγραφε λεπτομερώς ένα «προσαρμοστικό» μοντέλο παγκόσμιας διακυβέρνησης που χώριζε τον κόσμο σε δέκα διασυνδεδεμένες οικονομικοπολιτικές ζώνες.

Η Λέσχη της Ρώμης ήταν αμφιλεγόμενη για πολύ καιρό λόγω της εμμονής της με την μείωση του παγκόσμιου πληθυσμού και πολλών παλαιότερων πολιτικών της, τις οποίες οι επικριτές τις χαρακτήρισαν ως επηρεασμένες από την ευγονική και ως νεο-μαλθουσιανισμό. Ωστόσο, στο περίφημο βιβλίο της Λέσχης του 1991, με τίτλο «Η πρώτη παγκόσμια επανάσταση», υποστηρίχθηκε ότι τέτοιες πολιτικές θα μπορούσαν να κερδίσουν την λαϊκή υποστήριξη εάν οι μάζες μπορούσαν να τις συνδέσουν με μια υπαρξιακή μάχη ενάντια σε έναν κοινό εχθρό.

Για το σκοπό αυτό, «η Πρώτη Παγκόσμια Επανάσταση» περιέχει ένα απόσπασμα με τίτλο «Ο κοινός εχθρός της ανθρωπότητας είναι ο Άνθρωπος», το οποίο αναφέρει τα εξής:

«Στην αναζήτηση ενός κοινού εχθρού εναντίον του οποίου μπορούμε να ενωθούμε, καταλήξαμε στην ιδέα ότι η ρύπανση, η απειλή της υπερθέρμανσης του πλανήτη, η έλλειψη νερού, η πείνα και όλα αυτά, πληρούν τις προϋποθέσεις. Στην ολότητά τους και στις αλληλεπιδράσεις τους, αυτά τα φαινόμενα συνιστούν μια κοινή απειλή που πρέπει να την αντιμετωπίσουμε όλοι μαζί. Όμως, όταν ορίζουμε αυτούς τους κινδύνους ως εχθρό, πέφτουμε στην παγίδα, για την οποία έχουμε ήδη προειδοποιήσει τους αναγνώστες, δηλαδή εσφαλμένα να χαρακτηρίζουμε τα συμπτώματα ως αιτίες.. Όλοι αυτοί οι κίνδυνοι προκαλούνται από την ανθρώπινη παρέμβαση στις φυσικές διαδικασίες και μόνο μέσω της αλλαγμένης στάσης και συμπεριφοράς μπορούν να ξεπεραστούν. Ο πραγματικός εχθρός τότε είναι η ίδια η ανθρωπότητα..»

Στα χρόνια που ακολούθησαν, η ελίτ που συγκροτεί την Λέσχη της Ρώμης και το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ υποστήριξε συχνά ότι οι μέθοδοι ελέγχου του πληθυσμού είναι απαραίτητες για την προστασία του περιβάλλοντος. Δεν προκαλεί λοιπόν έκπληξη το γεγονός ότι το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ χρησιμοποιεί παρομοίως τα περιβαλλοντικά και τα κλιματικά ζητήματα σαν έναν τρόπο για την προώθηση μη δημοφιλών πολιτικών, όπως αυτών του Great Reset, κατά το δοκούν.

Το παρελθόν είναι πρόλογος

Από την ίδρυση του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ, ο Klaus Schwab έχει γίνει ένας από τους ισχυρότερους ανθρώπους στον κόσμο και η Μεγάλη Επαναφορά του, έχει καταστήσει πιο σημαντικό από ποτέ να ελέγξουμε εξονυχιστικά τον άνθρωπο που κάθεται στον θρόνο της παγκοσμιοποίησης.

Δεδομένου του σημαντικού ρόλου του στην εκτεταμένη προσπάθεια μεταμόρφωσης κάθε πτυχής της υπάρχουσας τάξης, το ιστορικό του Klaus Schwab ήταν δύσκολο να διερευνηθεί. Όταν αρχίζετε να ψάχνετε το ιστορικό ενός άνδρα όπως ο Schwab, ο οποίος βρίσκεται ψηλά μαζί με άλλες σκιώδεις ισχυρές προσωπικότητς που κινούν τα νήματα, σύντομα θα ανακαλύψετε ότι πολλές πληροφορίες έχουν αποκρυβεί ή αφαιρεθεί. Ο Κλάους είναι κάποιος που επιθυμεί να παραμείνει κρυμμένος στις σκιερές γωνιές της κοινωνίας και κάποιος που θα επιτρέψει στο μέσο άνθρωπο να δει μόνο μια καλά λουστραρισμένη απεικόνιση της προσωπικότητας που παρουσιάζει.

Είναι ο πραγματικός Klaus Schwab η φιγούρα του ευγενή ηλικιωμένου θείου που επιθυμεί να κάνει καλό στην ανθρωπότητα ή είναι στην πραγματικότητα ο γόνος ενός συνεργάτη των ναζί που χρησιμοποιούσε εργάτες-δούλους και βοήθησε τους ναζί στην προσπάθεια τους να αποκτήσουν την πρώτη ατομική βόμβα; Είναι ο Κλάους ο ειλικρινής επιχειρηματίας τον οποίο θα έπρεπε να εμπιστευτούμε για να οικοδομήσουμε μια πιο δίκαιη κοινωνία και ένα πιο δίκαιο εργασιακό χώρο για τους κοινούς θνητούς; Ή μήπως είναι αυτός που βοήθησε στην ώθηση της Sulzer Escher-Wyss προς μια τεχνολογική επανάσταση η οποία την οδήγησε στο ρόλο που διαδραμάτισε στην παράνομη δημιουργία πυρηνικών όπλων για το ρατσιστικό καθεστώς απαρτχάιντ της Νότιας Αφρικής; Τα στοιχεία που έχω δει δεν παρουσιάζουν έναν ευγενή άνθρωπο, αλλά ένα μέλος μιας πλούσιας, καλά δικτυωμένης οικογένειας με ιστορικό συμβολής στη δημιουργία όπλων μαζικής καταστροφής για λογαριασμό επιθετικών ρατσιστικών κυβερνήσεων.

Όπως είπε ο ίδιος ο Klaus Schwab το 2006: «Η γνώση θα είναι σύντομα διαθέσιμη παντού – πράγμα που αποκαλώ ως «γκουγκλοποίηση» της παγκοσμιοποίησης. Δεν έχει πια να κάνει με όσα γωρίζετε , έχει να κάνει με το πώς τα χρησιμοποιείτε. Πρέπει να ορίζεις τον ρυθμό». Ο Klaus Schwab θεωρεί τον εαυτό του ως οριστή του ρυθμού και κορυφαίο παίκτη, και πρέπει να ομολογήσουμε ότι τα προσόντα και η εμπειρία του είναι εντυπωσιακά. Ωστόσο, όσον αφορά το να πράττεις όσα διακηρύττεις, ο Κλάους έχει αποκαλυφθεί. Μία από τις τρεις μεγαλύτερες προκλήσεις στον κατάλογο των προτεραιοτήτων του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ είναι ο περιορισμός των πυρηνικών όπλων, ωστόσο ούτε ο Klaus Schwab ούτε ο πατέρας του Eugen τήρησαν αυτήν την αρχή όταν δραστηριοποιούνταν επιχειρηματικά.

Ακριβώς το αντίθετο.

Τον Ιανουάριο, ο Klaus Schwab ανακοίνωσε ότι το 2021 είναι η χρονιά που το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ και οι σύμμαχοί του πρέπει να «ανοικοδομήσουν την εμπιστοσύνη» των μαζών. Ωστόσο, εάν ο Schwab συνεχίσει να κρύβει την ιστορία του και τη σχέση του πατέρα του με την «Υποδειγματική Εθνικοσοσιαλιστική Εταιρεία» Escher-Wyss κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του 1930 και 1940, τότε οι άνθρωποι θα έχουν σοβαρό λόγο να δυσπιστούν για τα κρυφά κίνητρα της παρατραβηγμένης, αντιδημοκρατικής ατζέντας της Μεγάλης Επαναφοράς.

Στην περίπτωση των Schwabs, τα στοιχεία δεν δείχνουν απλώς κακές επιχειρηματικές πρακτικές ή κάποια παρανόηση. Η ιστορία της οικογένειας Schwab αποκαλύπτει αντ 'αυτού τη συνήθεια τους να συνεργάζονται με γενοκτονικούς δικτάτορες , με ευτελή κίνητρα το κέρδος και την εξουσία. Οι ναζί και το καθεστώς απαρτχάιντ της Νοτίου Αφρικής είναι δύο από τα χειρότερα παραδείγματα ηγεσίας στη σύγχρονη πολιτική, ωστόσο οι Schwabs τότε προφανώς δεν μπόρεσαν να το διακρίνουν.

Όσον αφορά τον Klaus Schwab προσωπικά, φαίνεται ότι βοήθησε στη νομιμοποίηση των λειψάνων της ναζιστικής εποχής, δηλαδή των πυρηνικών φιλοδοξιών της και των φιλοδοξιών της για τον έλεγχο του πληθυσμού, προκειμένου να διασφαλιστεί η συνέχεια μιας βαθύτερης ατζέντας. Ενώ υπηρετούσε σε ηγετική θέση στην Sulzer Escher Wyss, την εταιρεία που προσπάθησε να υποβοηθήσει τις πυρηνικές φιλοδοξίες του καθεστώτος της Νοτίου Αφρικής, το οποίο ήταν τότε ότι πιο κοντινό στο ναζιστικό καθεστώς, διατηρώντας την ναζιστική κληρονομιά της Escher Wyss. Στη συνέχεια, μέσω του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ, ο Schwab βοήθησε στην επαναφορά των πολιτικών ελέγχου του πληθυσμού βάσει της ευγονικής, κατά την περίοδο μετά τον Β 'Παγκόσμιο Πόλεμο, μια εποχή που οι αποκαλύψεις των ναζιστικών εγκλημάτων έθεσαν γρήγορα αυτήν την ψευδοεπιστήμη σε μεγάλη ανυποληψία. Υπάρχει κάποιος λόγος να πιστέψουμε ότι ο σημερινός Klaus Schwab έχει αλλάξει με οποιονδήποτε τρόπο; Ή μήπως εξακολουθεί να είναι το δημόσιο προσωπείο μιας προσπάθειας δεκαετιών, για να εξασφαλίσει την επιβίωση μιας πολύ παλιάς ατζέντας;

Το τελευταίο ερώτημα που πρέπει να τεθεί σχετικά με τα πραγματικά κίνητρα πίσω από τις ενέργειες του Herr Schwab, μπορεί να είναι το πιο σημαντικό για το μέλλον της ανθρωπότητας: Ο Klaus Schwab προσπαθεί να δημιουργήσει την τέταρτη βιομηχανική επανάσταση ή προσπαθεί να δημιουργήσει το τέταρτο Ράιχ;

(σ.ι. Ο Klaus Schwab και οι συν αυτώ, άσχετα με το αν το συνειδητοποιούν ή όχι, αυτήν την φορά υποβοηθούν και συμμετέχουν στην ανέγερση της χειρότερης δικτατορίας σε όλη την ανθρώπινη ιστορία, αυτής του Αντιχρίστου με έδρα την Ιερουσαλήμ.)




Στο παρακάτω βίντεο ο Johny Vedmore και o Ryan Christian συζητούν το παρελθόν του Klaus Schwab.



Σχόλια